Τα Γλωσσηματικά

# Το εσωτερικό ρητορικό τοπίο του ποιητή συνδηλώνεται μέσα από τριτοπρόσωπη αφήγηση σε μια «λαμβάνουσα και ανώνυμη γλώσσα».

Μια γλώσσα που γίνεται ροή, φωνή ή μια σειρά επιδράσεων που δεν «λέει» ή «σημαίνει» κάτι, αλλά παράγει. ‘Ένα πέρασμα από τον θόρυβο στη λέξη, από τον ήχο σε ένα υποτιθέμενο νόημα, που στην ποίηση, φαντάζει σαν ένας επιτελεσμένος [ήδη/από πάντα] χρησμός. «Έτσι έχουν τα πράγματα: Για να υφίσταται το κάθε χρίσμα, πρέπει να του αφαιρείται η χρήση.»

Υιοθετώντας, η ποίηση του Γεωργίου, το ύφος της από το ίδιο το βίωμα, καθώς ενσκήπτει πάνω από τον ανθρώπινο σπαραγμό που γίνεται λόγος ανακόλουθος και παραληρηματικός και ενώ υπαινίσσεται ότι εγκαταλείπει το νόημα καθώς η ψυχή αποχαιρετά, κατορθώνει να ανάγει τη γλώσσα στο ύψιστο μέσο, να αποκαλύπτει μέσα από την ακρότητα τις δυνατότητες και τα όριά της και να υπενθυμίζει την ορμή της: είμαστε η γλώσσα που μιλούμε.


Το βιβλίο ποίησης «Τα Γλωσσηματικά» του Δώρου Γεωργίου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις τεχνοδρόμιον


Ο Δώρος Γεωργίου κατάγεται από τη Λεμεσό της Κύπρου. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία με μεταπτυχιακό στην Ειδική Εκπαίδευση. Επιπρόσθετα, είναι ερευνητής και ασχολείται με τη συγγραφή δοκιμίων και λογοτεχνικών αναλύσεων. Η πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο «ΟΥΜΑΜΙ» (Εκδόσεις Τεχνοδρόμιον) κυκλοφόρησε τον Δεκέμβρη του 2020. Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά λογοτεχνίας. ##

Δεμένο

Σελίδες: 54

Διαστάσεις: 15 x 22 εκ.

ISBN: 978-9963-2997-5-1

Τιμή: 9 ευρώ

Επικοινωνία:

Εκδόσεις Τεχνοδρόμιον

Τηλ: +357 99526772

E-mail: publications@technodromio.org

http://www.technodromio.org

«Το μετερίζι αδράχτι   εύθραυστο, φαγεντιανό,

τ’ άρτυζαν με κάρδαμο, ίσα να μην πικρίσει.»

Τα νέα του βιβλίου

  • Το βιβλίο Ουμάμι ( Εκδόσεις τεχνοδρόμιον 2020) του Δώρου Γεωργίου μεταφράστηκε στα σερβικά από τον Saša Đorđević και κυκλοφόρησε σαν Umami (2023) από τον εκδοτικό οίκο Treći Trg. Με άλλον αέρα και με φόντο τα Βαλκάνια του εύχομαι να ταξιδέψει κι άλλο μακριά όπως του αξίζει και να αγαπηθεί και σε άλλες γλώσσες.
  • Παρουσίαση βιβλίου στη Λεμεσό

Κριτικές

«Ποσό ανακόλουθος είναι τελικά ο λόγος του Δώρου Γεωργίου; Σιγουρα κι ο πιο ανάξιος αναγνώστης θα σταθεί με θαυμασμό μπροστά στην ευρηματικότητα του φιλογνώστη αυτού ποιητή που με παράδοξα σλάλομ λεξιλαγνείας μας προσκαλεί σε διαδρομές που στύβουν την ύπαρξη. Μικρή πυξίδα ένα γλωσσάρι από κάπου να πιαστείς για να προσγειώθεις στο στόχαστρο της θεώρησης του που ενίοτε εκφράζεται με ισως καυστικό ρεαλισμό (οι εναλλαγές εικόνων κι αντικειμένων ανάγλυφα αποδίδουν την επαφή με την πραγματικότητα) ενώ άλλου ισως να κρύβει και μια τρυφερότητα απέναντι στην ανθρώπινη φύση γιατί βαθύτατα κατανοεί πίσω από το φαινεσθαι των συναισθημάτων τις συνθήκες (ενδογενείς κι εξωγενείς) που τα δημιουργούν. Δαντελένια σκέψη, ακονισμένη απαιτητική γραφή, οικεία κυπριακή πικρία μα και ζεστασιά που προσγειώνεται πιο ιδιαίτερα στην διάλεκτο στα δυο τελευταία ποιήματα μιας συλλογής που ισως κανείς μας δεν είναι αντάξιος ν’αδράξει την ολότητα μιας συνοχής της υπερβατικότητας που ξεκάθαρα υπάρχει πίσω από την τάση απομάκρυνσης κι απόπειρας για αυτοεξορία από τον δημιουργό. Ρηξικέλευθος στίχος λοιπόν με μεστή ωριμότητα μα συνάμα ένα νεανικό κοφτερό «κατηγορώ» – ποίηση τόσο ταιριαστή με το τοπίο γύρω μου…
Doros Georgiou, σε ευχαριστώ από καρδιάς για αυτό το βιβλίο/σταθμό που αξιζει να διαβαστεί ξανά και ξανά μέχρι να χωνέψουμε οι Ιθακές του τι σημαίνουν …»

Από ανάρτηση της Σίλιας Χριστοδούλου


Για το πρώτο βιβλίο του Δώρου Γεωργίου «Ουμάμι», που κυκλοφόρησε πριν δύο χρόνια, κι αυτό από τις εκδόσεις «Τεχνοδρόμιο», μεταξύ άλλων του έγραφα:  «…Ο Δώρος Γεωργίου μας διηγείται ιστορίες από τη ζωή του. Το κάθε ποίημα και μια ιστορία που όταν τελειώνει, μένεις για λίγο σιωπηλός και τη σκέφτεσαι. Την ξαναδιαβάζεις και ανακαλύπτεις νέες οπτικές που υποστηρίζουν την αρχική σιωπή σου. Πριν πας στο επόμενο ποίημα, λες, «αυτό συνέβη και σε μένα». Εκεί είναι που η προσωπική εμπειρία μετατρέπεται σε πανανθρώπινη, δικαιώνεται ο ποιητής και συγχρόνως τινάζει στον αέρα τα περί «ποιητών δωματίου» και τους διάφορους «ισμούς», και παραμένει στην αρένα μόνο το δίδυμο «καλός-κακός ποιητής».

Γράφοντας τις ιστορίες του, συγχρόνως χαρτογραφεί τις ευαισθησίες του, το πως δηλαδή αντιλαμβάνεται και κατανοεί τον περιβάλλοντα χώρο. Η αντίληψη και η κατανόηση του χώρου, είναι βασικά η ειδοποιός διαφορά ενός ανθρώπου από τον άλλο, και στην ποίηση, ενός ποιητή από τον άλλο.  Ο Δώρος απομυθοποιεί γεγονότα, πρόσωπα και συμπεριφορές. Δεν το κάνει όμως εύκολα και με θυμό. Η διαδικασία είναι βασανιστική και την περιβάλλει με αγάπη και έγνοια, με χιούμορ και αυτοσαρκασμό. Οι εκπλήξεις και οι ανατροπές διατρέχουν τα ποιήματά του. Με κομμένη ανάσα συνέχεια διερωτάσαι, «μα που θα με πάρει αυτός ο άνθρωπος». Ο ποιητής Δώρος Γεωργίου είναι Ένας που νοιάζεται. Νοιάζεται για το τι πραγματικά συμβαίνει όταν είσαι μόνος, και προσπαθείς να διαχειριστείς τα ατέλειωτα που κουβαλάς μαζί σου…»

Όλα αυτά συμβαίνουν και στα «Γλωσσηματικά», με τη διαφορά πως εδώ ο Δώρος, μας μιλά σε τρίτο πρόσωπο, και μας διηγείται ιστορίες του παππού του Θοδωρή, στον οποίο είναι αφιερωμένη και που όπως μου ανάφερε ο ίδιος «ήταν και ο μοναδικός πατέρας που γνώρισα παιδί και του οποίου ο θάνατος, με κάποιο τρόπο, την ενημερώνει άμεσα». Η ματιά του όμως, οι ευαισθησίες και η αισθητική του, ο τρόπος που αντιλαμβάνεται το «γίγνεσθαι», παραμένει ο ίδιος, κοφτερός και αμείλικτος.

Πριν κλείσω αυτό το σύντομο σημείωμά μου, θα ήταν παράλειψη, από φόβο, ίσως και δειλία, να μην αναφερθώ και να σχολιάσω μια σημαντική παράμετρο, που διατρέχει όλα τα ποιήματα των «Γλωσσηματικών», και είμαι σίγουρος πως απασχόλησε και θα απασχολήσει όλους τους αναγνώστες της δουλειάς του Δώρου Γεωργίου, και δεν είναι άλλη, από την ευρεία χρήση λέξεων που ξεφεύγουν από το καθημερινό μας λεξιλόγιο.

Φυσικά, σημειώστε το «φυσικά», κι άλλοι ποιητές πριν από τον Δώρο χρησιμοποιούν, άλλοι λίγο κι άλλοι περισσότερο, ένα πιο «δύσκολο» λεξιλόγιο. Πρόχειρα ας θυμηθούμε τον Νίκο Καρούζο, τον Μιχάλη Παπαδόπουλο, τον Χρίστο Χατζήπαπα, τον Πάμπη Αναγιωτό, τον Κυριάκο Αναγιωτό κ.α. Είναι λοιπόν συχνό φαινόμενο, η χρήση λέξεων εκτός του καθημερινού λεξιλογίου. Άλλωστε «το ποίημα» είναι μια αρένα που δοκιμάζονται τα πάντα και το ποιητικό αποτέλεσμα σώζει, μόνο αυτά, που αξίζουν να σωθούν. Η διαφοροποίηση του Δώρου Γεωργίου από τους προαναφερθέντες, είναι ότι χρησιμοποιεί ακόμα ένα ψηλότερου βαθμού δυσκολίας λεξιλόγιο, αναγκάζοντας την πλειοψηφία των αναγνωστών του, να ανοίγει συνέχεια το λεξικό του έξυπνου κινητού του.  Από τα πιο πάνω προκύπτουν δύο ερωτήματα. α) Γιατί το κάνει αυτό; β) Λειτουργεί μέσα στα ποιήματα;

Πριν απαντήσουμε, πρέπει να έχουμε υπόψη κάποιες παραμέτρους του ποιητή, που δεν χρειάζεται να τον γνωρίζεις προσωπικά για να όπως αναγνωρίσεις, αλλά βγαίνουν αβίαστες όπως παρατηρητικούς, από όπως αναρτήσεις του στο διαδίκτυον. Ο Δώρος μπορεί και αυτοσαρκάζεται. Ο Δώρος είναι βαθύς γνώστης του «γίγνεσθαι» στον περιβάλλοντα του χώρο. Ο Δώρος αρέσκεται στο «παίζειν». Και τελευταίο, αλλά πρώτο στην ποίηση, ο Δώρος κατέχει την «αίσθηση» της αισθητικής.

Ερχόμαστε λοιπόν στο πρώτο ερώτημα, γιατί ο Ποιητής χρησιμοποιεί ακόμα ένα ψηλότερου βαθμού δυσκολίας λεξιλόγιο στη νέα του ποιητική συλλογή.  Όπως ανάφερα πιο πάνω, «το ποίημα» είναι μια αρένα, όπου δοκιμάζονται τα πάντα. Είναι ένα πειραματικό εργαστήριο, όπου ο ποιητής-αλχημιστής, επιδιώκει ανακαλύψει την φιλοσοφική λίθο, μέσω όπως οποίας θα πετύχει τους δύο βασικούς του στόχους, τη μετατροπή των μη πολυτίμων μετάλλων σε χρυσό και την παρασκευή του ελιξίριου όπως ζωής που θα εξασφάλιζε την αθανασία.

Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι απλή. Έχει την εντύπωση, ή νομίζει ο ποιητής, ότι με την μέθοδο που ακολουθεί σε αυτή την ποιητική συλλογή, θα του «φέρει χρυσό και αθανασία». Για να πετύχει όπως όπως στόχους του, πρέπει να απαντηθεί και το δεύτερο ερώτημα. Λειτουργεί η μέθοδος αυτή στα ποιήματα; Έχει ποιητικό αποτέλεσμα; Τα δικά μου σχόλια για τα «Γλωσσηματικά», όπου αναδύεται και η απάντησή μου στο πιο πάνω ερώτημα, είναι περίπου τα εξής:

Δεν το κρύβω, πως με ξάφνιασε η πρώτη ανάγνωση και με προβλημάτισε. (Σε αυτό το σημείο υπάρχει ο κίνδυνος, πολλοί αναγνώστες να το εγκαταλείψουν). Μου έβγαλε στην επιφάνεια όλα τα ερωτήματα περί ποιήσεως. Σκέφτηκα όμως, πως οι απαντήσεις  όλες βρίσκονται στο ίδιο το βιβλίο. Έτσι συνέχισα και σε μια δεύτερη ανάγνωση. Τα πράγματα άρχισαν να καλυτερεύουν. Στην τρίτη άνοιξα και το λεξικό του έξυπνου κινητού μου. Μετά, η σχέση μου με τα ποιήματα γινόταν όλο και πιο οικεία. Μου αποκαλύπτοντο και με προκαλούσαν με αναίδεια, να τα ακολουθήσω και γευτώ την άγρια τους ομορφιά. Ένιωθα πως κάθε αντίστασή μου ήταν μάταιη κι έτσι αφέθηκα.

Μπήκα λοιπόν με κάποια στο Υπουργείο Παιδείας. Ήταν «χάρμα ιδέσθαι», να βλέπεις τα ροπαλοφόρα ποιήματα να εισβάλουν στα γραφεία των καρεκλοκένταυρων και να εκπαραθυρώνουν αυτούς τους ασεβείς δολοφόνους του πνεύματος και του χρόνου των μαθητών. Με κάποια σε άλλα υπουργεία, στη βουλή, όπου κτύπησαν στα αχαμνά τους  ομοφοβικούς και τους ρατσιστές, στην εισαγγελία, στο ΕΒΕ, στο ΚΕΒΕ, και σ’ όλες τις δομές όπου εκκολαπτόταν το «this is Cyprus». Με κάποια άλλα, σε σπίτια, όπου άνοιγαν τα κεφάλια του σπιτικού φασισμού. Όμως όλα τα ποιήματα, μπήκαν σε χώρους σκοτεινούς κι αγκάλιασαν όπως φοβισμένους.

Η απάντησή μου στο δεύτερο ερώτημα είναι πάλι απλή. Πρόκειται για μια σπουδαία συλλογή, που κατορθώνει να συνδυάσει όλα όσα ανέφερα πιο πάνω, με μια ψηλή αισθητική και να φέρει το ποιητικό αποτέλεσμα, που δικαιώνει τον ποιητή για τις επιλογές του.  Να λοιπόν που ο ποιητής Δώρος Γεωργίου με ξανακερδίζει. Κι όπως έγραψα παλιά, στην πρώτη ανάρτηση μου στο Facebook για τον Δώρο, με αναγκάζει με τα «Γλωσσηματικά», να το επαναλάβω. «Σημειώστε το όνομα αυτού του ποιητή.»

Του Μάριου Αγαθοκλέους -Δημοσιεύτηκε στην πολιτιστική στήλη της Εφημερίδας ΧΑραυγή «Ορίζοντας» και στον στον Διάλογο https://dialogos.com.cy/scholio-ta-glossimatika-doroy-georgioy/